• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage
Ο όρος 'first hand' παραπέμπει στον όρο 'firsthand'. Θα τον βρείτε σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω γραμμές.'first hand' is cross-referenced with 'firsthand'. It is in one or more of the lines below.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
firsthand,
first-hand
adj
(account: direct from source)από πρώτο χέρι έκφρ
  (εμπειρία)προσωπικός επίθ
 I have first-hand experience with that computer program.
 The film's first-hand account of life inside a cult was chilling.
firsthand,
first-hand,
at first hand
adv
(directly from source) (μεταφορικά)από πρώτο χέρι έκφρ
 He gave me the information first-hand.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
firsthand knowledge,
first-hand knowledge
n
(directly from source)γνώση από πρώτο χέρι φρ ως ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'first hand' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση first hand στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «first hand».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!